Αναδρομική έκθεση “Απάνθισμα” του Γιώργου Πολ. Ιωαννίδη στην Casa Bianca της Θεσσαλονίκης — Ιούλιος 2010
Αναγεννησιακός, φλαμανδικός, ιμπρεσιονιστής, εξπρεσιονιστής, κυβιστής, σουρεαλιστής… Όλα τα αναπλάθει δημιουργικά και δεξιότεχνα τα υπερβαίνει, για να γεννηθεί έργο πρωτοφανέρωτο με έντονη την προσωπική σφραγίδα του δημιουργού. Μπορεί και ένα μόνο του έργο να συμπυκνώνει πολλά ή και όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, όπως “Η κωμωδία του θανάτου”. Το σύνολο πάντως της καλλιτεχνικής του δημιουργίας, που ξεκινά από την πολύ μικρή ηλικία των δέκα και δώδεκα χρονών (Τοπία Χαλκιδικής, αναδημιουργία αυτοπροσωπογραφίας Γκόγια ή Ρέμπραντ ή προσωπογραφίας του Ρούμπενς) το διαπερνούν όλα αυτά τα ρεύματα και μένει κανείς έκθαμβος μπροστά στη σπάνια αφομοιωτική και συνδυαστική ικανότητα του καλλιτέχνη. Οι προσωπογραφίες του δε πέρα για πέρα αριστοτεχνικές. Έξοχη η σιωπηλή, η συγκρατημένη τους εκφραστικότητα και η απόδοση μιας ομιλούσας εσωτερικότητας. Ως και τα νεκρά του τοπία (“Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης”) εμπεριέχουν το σφρίγος της ενύπαρκτης ζώσας ψυχής. Η πραγματικότητα, και νεκρή φύση όταν είναι, εμψυχώνεται από τον καλλιτέχνη και μετασαρκώνεται σε κάτι που πάλλεται, στη ζωντανή εκδοχή της. Οι πίνακές του δεν είναι απλή και πιστή φωτογράφιση μιας αποστεωμένης πραγματικότητας, αλλά εμφύσηση ψυχής μέσα της και ζωντάνεμά της. Εργαλεία του το πινέλο και η παλέτα και υλικά του ο καμβάς και το λάδι, τα εντελώς απαραίτητα. Ποιος είναι ο Γιώργος Πολ. Ιωαννίδης ιδεολογικά, ποιά μηνύματα φέρνει από την εποχή μας πλάθοντας με γραμμές και χρώματα μορφές ποικίλες ή σχήματα περίεργα, για να μας αποκαλύψει με τα ζωγραφίσματά του όλα όσα νοιώθει και διανοείται; Δεν είναι “ανοηματική” η τέχνη του Ιωαννίδη ούτε ακαθόριστη στις σημάνσεις της. Εύγλωττα προσδιορίζεται το ιδεολογικό της φάσμα και ο σαφής κοινωνικός της προσανατολισμός. Δύο τα κεντρικά πεδία της ιδεολογικής του έκφρασης: Το πρώτο υπαρξιακό, ο εγκλεισμός μας στα απελπιστικά στενά όρια της οντότητάς μας. Η καταφυγή του καλλιτέχνη ίδια με του Καβάφη: “Τα φάρμακά σου φέρε τέχνη της ποιήσεως που κάνουνε για λίγο να μη νιώθεται η πληγή”. Και του Ιωαννίδη η διαφυγή είναι η τέχνη του, μέσω της οποίας επιχειρεί εκφραστικά έστω να διευρύνει τα όρια της ύπαρξής μας είτε με την παρουσίαση μιας “Μπαλαρίνας” που χορεύοντας προσπαθεί να υπερβεί τον εαυτό της είτε με την προσωπογράφηση μορφών οικείων ή αγαπημένων και την εικονική τους διατήρηση στο χρόνο. Εξού και οι πολλές προσωπογραφίες, σχεδόν πάνω από το ένα τρίτο του συνόλου των εκθεμάτων του. Από ευγνωμοσύνη δε προς τους μεγάλους καλλιτέχνες που επιτελούν κι εκείνοι το ίδιο έργο, με την τέχνη τους διευρύνουνε τα όρια της ύπαρξής μας, στρέφει τη δική του τέχνη και προς αυτούς μνημειοποιώντας τους. (Αυτοπροσωπογραφίες ή προσωπογραφίες Ρέμπραντ, Ρούμπενς, Γκόγια, Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Θερβάντες, που είναι και η μόνη σε μορφή γλυπτού από γύψο).
Το δεύτερο ιδεολογικό του πεδίο είναι η κοινωνία, οι δομές της και οι παγιωμένες της καταστάσεις που αναπαράγουν στο διηνεκές την καταπίεση, την ανισότητα και τη βαρβαρότητα της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, είτε αυτή τελείται χωρίς την άμεση χρήση όπλων, «νόμιμα» και «ειρηνικά», με την οικονομική εξάρτηση των πολλών από τους λίγους, είτε ένοπλα. Ωστόσο και στις δύο περιπτώσεις τέλεσης της το αποτέλεσμα μένει ίδιο, η παγίωση μιας σύγχρονης μορφής δουλείας, όπου η δυνατότητα επιβίωσης των πολλών εξαρτάται από τη δυνατότητα των λίγων να κερδίζουν. Η “Προσωπογραφία Νέου”, που δεν είναι άλλο από προσωπογραφία εργάτη, είναι χαρακτηριστική της κοινωνικής εστίασης του καλλιτέχνη ή, αν πρόκειται για εμπόλεμη τέλεση της βαρβαρότητας, “Τα Άνθη του Κακού”, “Πέρα από τον Ίσκιο των Κυπαρισσιών”, “Πέτρινος Χρόνος” ανάγλυφα σχεδόν μας την παρασταίνουν. Η οικονομική κρίση με όλα τα αρνητικά της φαίνεται ότι για τον Ιωαννίδη συνιστά ευνοϊκή συγκυρία, προκειμένου να κατανοήσει κανείς το έργο του. Επειδή ο Ιωαννίδης δεν αντιγράφει την πραγματικότητα, απλώς την προαισθάνεται, έρχεται η πραγματικότητα κατόπιν να τον αντιγράψει επαληθεύοντας τον. Εκείνα τα ευτραφή και με ευγενικά χαρακτηριστικά αλογόμορφα τέρατα, σημερινοί εκπολιτισμένοι Κένταυροι θα λέγαμε (“Ραψωδία Α, Β, Γ”), “Τα Πάθη”, “Το Δέντρο της Φυλακής”, “Οι Κατάπτυστοι”, “Η Εξομολόγηση του Αλήτη”, που φαίνεται να αντιστρέφει δικαιωτικά τη σχέση των κυρίαρχων και των καταπιεσμένων, όλα είναι έργα με σαφή την απόρριψη των δομών της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας μας. Όσο για την καπήλευση της τραγικότητας της ανθρώπινης ύπαρξης από τις θρησκείες μας η ειρωνεία του στον “Ουράνιο Τυμπανιστή” αποτελεί πληρωμένη απάντηση: “Τώρα θα στερηθείτε την αγάπη μου για την υπόλοιπη ζωή σας” λέει Εσταυρωμένος που δε βλέπει.
Αλέξανδρος Τζιόλας, 2010
Φιλόλογος — Πολιτικός αναλυτής